νόμισμα

νόμισμα
Στην οικονομία χαρακτηρίζεται ν. κάθε τι που γίνεται γενικά δεκτό σε ανταλλαγή με εμπορεύματα και υπηρεσίες ή για πληρωμή χρεών. Έτσι μπορεί να είναι ν. ένα φυσικό προϊόν ή ένα μέταλλο, ή ακόμα κι ένα χαρτί ή κι ένας λογιστικός αριθμός, όπως το λεγόμενο λογιστικό ν., που δεν υλοποιείται σε κανένα συγκεκριμένο αντικείμενο (π.χ. το ECU, η Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα, που αντικαταστάθηκε από το ευρώ). Ν. είναι και οι τραπεζικές καταθέσεις όψεως που επιτρέπουν στους κατόχους τους να κάνουν τις πληρωμές τους με την έκδοση επιταγών, ενώ θεωρούνται πως εξομοιώνονται με ν. και γι’ αυτό λέγονται οιονεί νόμισμα άλλα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να μεταβληθούν εύκολα σε μέσα πληρωμής (καταθέσεις ταμιευτηρίου, τίτλοι κρατικών δανείων κλπ.). Εκείνο που αρκεί για να κάνει ένα πράγμα ν. είναι να είναι το κοινό διατεθειμένο να το δεχθεί ως ν., δίνοντάς του τον χαρακτήρα μεσάζοντα στις ανταλλαγές. Το ότι αυτή η αποδοχή γίνεται επειδή το ν. υλοποιείται σ’ ένα αντικείμενο που έχει δική του χρησιμότητα ή επειδή υπάρχει με την έννοια αυτή συνήθεια ή επειδή το κράτος υποχρεώνει τους πολίτες να το δεχτούν, δεν έχει καμιά σημασία για τον ορισμό της φύσης και των χαρακτηριστικών του νομίσματος. Η λειτουργία που εκτελεί το ν. στην πραγματοποίηση των ανταλλαγών έχει αναμφισβήτητα κολοσσιαία σημασία, αλλά δεν μπορεί για το λόγο αυτό να θεωρηθεί απαραίτητο: πραγματικά οι ανταλλαγές θα μπορούσαν να γίνουν και με τον αντιπραγματισμό, όπως συνέβαινε στις πρωτόγονες εποχές και όπως συνέβη και σε πρόσφατες εποχές, όταν το ν., πολύ υποτιμημένο από τον πληθωρισμό, είχε πάψει ουσιαστικά να εκτελεί τον προορισμό του. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι οι ανταλλαγές με τον αντιπραγματισμό είναι πολύ δύσκολες, γιατί προϋποθέτουν τη συνάντηση δυο ανθρώπων με τελείως αντίστοιχες ανάγκες: αν ένας έχει άφθονα τρόφιμα και δεν έχει ρούχα, μπορεί πάντα να βρει στο περιβάλλον του κάποιους άλλους πρόθυμους να προμηθευτούν από αυτόν τρόφιμα και άλλους διατεθειμένους να του πουλήσουν ρουχισμό, αλλά είναι εξαιρετικά απίθανο να συναντηθεί ακριβώς με τον άνθρωπο που να έχει, συγχρόνως και στον αυτό βαθμό, την επιθυμία να προμηθευθεί ψωμί και να δώσει ένα ρούχο. Το ν. εξαφανίζει τη δυσκολία αυτή και επιτρέπει στον καθένα ν’ απευθυνθεί χωριστά στην ομάδα των πωλητών για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του και στην ομάδα των αγοραστών για να διαθέσει το δικό του ανταλλάξιμο είδος. Πέρα από τη λειτουργία του μέσου συναλλαγών, το ν. εκτελεί και άλλες εξίσου σημαντικές δύο λειτουργίες: αποτελεί μέτρο των αξιών, επιτρέποντας τη σύγκριση μεταξύ των ετερογενών ποσοτήτων αγαθών και υπηρεσιών, και μέσο αποταμίευσης, επιτρέποντας τη συσσώρευση αγοραστικής δυνάμεως εν δυνάμει, αναβάλλοντας τη χρησιμοποίηση της για πιο κατάλληλο χρόνο ή τόπο, πράγμα που είναι αδύνατο με το σύστημα του αντιπραγματισμού, γιατί αυτός αναγκάζει το άτομο να εκτελεί συγχρόνως την πράξη της πώλησης και την πράξη της αγοράς. Η ιστορία και η εθνογραφία προσφέρουν πολλά παραδείγματα αγαθών που χρησιμοποιήθηκαν ως ν.: αλάτι, δέρματα, κοχύλια, ώρες εργασίας, σφαίρες τουφεκιού, καπνός, δούλοι, όλα αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως μέσα ανταλλαγής σε διάφορες εποχές και από διάφορους λαούς. Έπειτα από μακρές δοκιμές, τα αγαθά που κατάληξαν σχεδόν παντού να επιβληθούν ως ν. ήταν τα μέταλλα και ανάμεσα σ’ αυτά υπερίσχυσε ο χρυσός, εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του. Αυτό το μέταλλο έχει πραγματικά ελκυστική όψη, δε σκουριάζει, διαιρείται εύκολα και εύκολα ανανεώνεται, δεν προσβάλλεται από τα οξέα, είναι εύπλαστο και δουλεύεται εύκολα, έχει υψηλό ειδικό βάρος, που το κάνει ν’ αναγνωρίζεται εύκολα, και υπάρχει σε πολύ περιορισμένη ποσότητα. Αλλά και ο άργυρος είχε αξιόλογη επιτυχία ως μέταλλο για νομίσματα, το γεγονός όμως ότι υπήρχε σε σχετικά μεγάλες ποσότητες το έκανε να χάσει κάθε χρησιμότητα ως μέτρο αξιών. Στην αρχή το μέταλλο που χρησιμοποιείτο ως ν. κυκλοφορούσε σε ράβδους με διαφορετικό μάκρος και βάρος, που τις υποδιαιρούσαν κάθε τόσο, ανάλογα με την αξία των εμπορευμάτων που επρόκειτο να αγοραστούν. Κατόπιν, για να εξαφανιστεί κάθε στοιχείο αβεβαιότητας και για ν’ αποφευχθούν εύκολες απάτες, τα απλά κομμάτια αντικαταστάθηκαν με μεταλλικούς δίσκους, πάνω στους οποίους πασίγνωστες προσωπικότητες και κατόπιν το ίδιο το κράτος έβαζαν τη σφραγίδα τους για να εγγυηθούν την ποιότητα και την ποσότητα. Η εισαγωγή του νομισματοποιημένου χρήματος –του κυρίως νομίσματος- αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία του ανθρώπου: σημειώνει το οριστικό πέρασμα από μια φάση οικιακής (κλειστής) οικονομίας, που βασιζόταν στον αντιπραγματισμό, σε μια νέα εποχή, που προσανατολιζόταν ολοένα και περισσότερο προς τον καταμερισμό της εργασίας, την ειδίκευση και τις εμπορικές ανταλλαγές. Αλλά και το μεταλλικό ν. δεν ήταν χωρίς ελαττώματα: καθώς κάθε πολιτική ενότητα θεωρούσε την κοπή νομισμάτων έκφραση της κυριαρχίας της, έφτασε να βρίσκονται στην αγορά συγχρόνως σε κυκλοφορία αναρίθμητη ποικιλία νομισμάτων με διαφορετικό τίτλο, βάρος και προέλευση, γεγονός που δημιουργούσε σοβαρές περιπλοκές στις εμπορικές συναλλαγές. Επιπλέον η κιβδηλία, η παραχάραξη και άλλα τεχνάσματα που χρησιμοποιούσαν οι ιδιώτες και καμιά φορά ακόμα και οι αρχές που κρατούσαν το μονοπώλιο της κοπής νομισμάτων, εισήγαγαν στο οικονομικό σύστημα ένα νέο στοιχείο αβεβαιότητας, γιατί οι διάφοροι τύποι νομισμάτων τελικά εμπόδισαν τις συναλλαγές αντί να τις διευκολύνουν. Σ’ αυτό προστίθονταν και η δυσκολία της μεταφοράς και της φύλαξης του πολύτιμου μετάλλου, που κατέληγαν για τις εμπορικές επιχειρήσεις σε πρόσθετα έξοδα, ιδιαίτερα βαριά, όταν σκεφτεί κανείς πόσο λίγο ανεπτυγμένα και πόσο λίγο ασφαλή ήταν τα μεταφορικά μέσα της εποχής. Τότε, με πρωτοβουλία των τραπεζιτών και των αργυραμοιβών, το μεταλλικό ν. αντικαταστάθηκε από αντιπροσωπευτικούς τίτλους που μεταφέρονταν εύκολα και έδιναν στον κάτοχό τους (κομιστή) το δικαίωμα να πάρει σταθερή ποσότητα μετάλλου. Με τον τρόπο αυτό, ο άργυρος και ο χρυσός κλείστηκαν στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών και αντικαταστάθηκαν σε χαρτονομίσματα (ή τίτλους κατάθεσης ή πιστωτικούς τίτλους) που γίνονταν παγκόσμια δεκτά ανάλογα με την εκτίμηση του μετάλλου με το οποίο μπορούσαν ν’ ανταλλαγούν οποιαδήποτε στιγμή, αλλά και με την εμπιστοσύνη που είχε το κοινό προς την εκδότρια τράπεζα. Το σύστημα αυτό, πολύ πιο εξυπηρετικό από το προηγούμενο, στηριζόταν πραγματικά στην τιμιότητα των τραπεζιτών, που ήταν υποχρεωμένοι να εκδίδουν ν. σε ποσότητα ανάλογη μόνο με το πολύτιμο μέταλλο που κατατίθετο στα ταμεία τους. Πολύ γρήγορα όμως η σχέση μεταξύ του μετάλλου και του ν. αντικαταστάθηκε με άλλη πιο ελαστική: η πείρα είχε διδάξει πραγματικά ότι, αν εξαιρεθούν οι στιγμές γενικού πανικού, ήταν πολύ απίθανο όλοι οι κάτοχοι χαρτονομισμάτων να παρουσιαστούν συγχρόνως στην τράπεζα για να ζητήσουν να ανταλλάξουν τους τίτλους που είχαν με χρυσό· επομένως η τράπεζα δε θα διέτρεχε μεγάλους κινδύνους, αν έβγαζε ν. σε ποσότητα κάπως μεγαλύτερη από την ποσότητα χρυσαφιού που είχε στο απόθεμα της. Η ανακάλυψη αυτή σημείωσε ουσιαστική μεταβολή στη νομισματική οικονομία, μετατρέποντας αυτό που ως τότε ήταν απλή τεχνική πράξη, σε μια πολύ λεπτή πιστωτική ενέργεια. Κι έτσι, για ν’ αποφευχθεί ο κίνδυνος μήπως καμιά τράπεζα φαινόταν πολύ τολμηρή στην έκδοση χαρτονομισμάτων με αποτέλεσμα να μη μπορεί να καλυφτεί έναντι εκείνων που κρατούσαν χαρτονομίσματα της, το κράτος επενέβαινε αποφασιστικά στον τομέα αυτό της οικονομικής ζωής, υποβάλλοντας σε αυστηρό έλεγχο τον τρόπο έκδοσης, και επιβάλλοντας στις τράπεζες την υποχρέωση να κρατούν αυστηρή σχέση μεταξύ του χαρτονομίσματος που εξέδιδαν και του μεταλλικού αποθέματος τους. Επιπλέον περιοριζόταν συνεχώς ο αριθμός των τραπεζών που είχαν δικαίωμα να εκδίδουν χαρτονομίσματα και κατόπιν η έκδοσή τους ανατέθηκε με μονοπωλιακή μορφή σε μια μόνο τράπεζα, που ονομάστηκε κεντρική τράπεζα ή εκδοτικό ίδρυμα. Η πρώτη κωδικοποίηση του συστήματος αυτού χρονολογείται από το νόμο Πηλ (Peel Act) του 1844, που οδήγησε στην αναδιοργάνωση της Τράπεζας της Αγγλίας και σημείωσε την αρχή μιας φάσης νομισματικής σταθερότητας έπειτα από μια περίοδο ανοργάνωτων εκδόσεων που είχαν αναστατώσει την αγγλική οικονομία. Της έκδοσης του νόμου αυτού είχε προηγηθεί επιστημονική πολεμική μεταξύ των οικονομολόγων της εποχής, από την οποία προέκυψαν οι δύο κατευθύνσεις της Banking school (τραπεζιτικής σχολής) και της Currency school (μεταλλικής σχολής). Οι οπαδοί της τραπεζιτικής σχολής υποστήριζαν ότι στο οικονομικό σύστημα υπήρχαν ήδη αντικειμενικοί περιορισμοί, που απόκλειαν από τις τράπεζες τη δυνατότητα να αυξήσουν την κυκλοφορία τους πολύ πέρα από τα όρια που τους έβαζε το χρυσό απόθεμα τους και γι’ αυτό θα ήταν περιττοί ή επιβλαβείς οι έλεγχοι που επέβαλλαν οι κρατικές αρχές. Πραγματικά, αν μια τράπεζα έβγαζε χαρτονομίσματα περισσότερα από όσα θα ήταν διατεθειμένο να δεχτεί το κοινό για τις ανάγκες του εμπορίου, τα χαρτονομίσματα θα ξαναγύριζαν γρήγορα στα ταμεία της και η απειλούμενη εξάντληση των αποθεμάτων της ήταν αρκετή για να την κάνει προσεκτική. Στον ισχυρισμό αυτό η μεταλλική σχολή απαντούσε πως τα εμπόδια αυτά μπορεί να είναι ανεπαρκή, γιατί η επιστροφή των χαρτονομισμάτων δεν είναι άμεση, αλλά γίνεται με αρκετή καθυστέρηση έπειτα από τις υπερβολικές εκδόσεις. Συνεπώς η αίτηση ανταλλαγής με χρυσό μπορεί να γίνει όταν η τράπεζα έχει ξεπεράσει πια την κυκλοφορία της και δεν είναι πια σε θέση να ανταλλάξει τα χαρτονομίσματά της. Ο Νόμος Πιλ έλυσε τη διαφωνία, δεχόμενος τις γνώμες της μεταλλικής σχολής. Το σύστημα του χρυσού κανόνα, που έγινε πρώτα δεκτό στην Αγγλία και κατόπιν σε άλλες χώρες, εφαρμόστηκε με άριστα αποτελέσματα όλον τον 19ο αιώνα. Ήταν ουσιαστικά ένα παγκόσμιο σύστημα, γιατί ο χρυσός γινόταν παντού δεκτός ως ν. Ενσωματωμένο στο φιλελεύθερο οικονομικό σύστημα που κυριαρχούσε τότε στην οικονομική ζωή τόσο στο εσωτερικό κάθε χώρας όσο και στις συναλλαγές με το εξωτερικό, το ν., που μπορούσε να μετατραπεί σε χρυσό, συνέβαλε πολύ στην ανάπτυξη των διεθνών εμπορικών ανταλλαγών και στη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών· οικονομική ανάπτυξη, φιλελευθερισμός, ειρήνη μεταξύ των κρατών και χρυσός κανόνας ήταν τέσσερα αλληλεξαρτώμενα στοιχεία της πραγματικότητας που χαρακτήριζε τον 19o αιώνα. Πάντως το χρυσό νόμισμα δεν προφυλάσσεται από τα πληθωριστικά φαινόμενα· χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι τι συνέβη στην Ισπανία μετά την ανακάλυψη της Αμερικής: οι κολοσσιαίες ποσότητες πολύτιμου μετάλλου που εισέρρευσαν από το Νέο Κόσμο δεν πλούτισαν τη χώρα, αλλά αντίθετα προκάλεσαν τρομερό πληθωρισμό, που συγκλόνισε όλη την οικονομία και παρέλυσε τις συναλλαγές και την παραγωγή και οδήγησε τελικά σε πλήρες οικονομικό αδιέξοδο. Ακριβώς αυτή η ισπανική περιπέτεια έκανε μερικούς επιστήμονες, όπως ο Ζαν Μποντέν (1568) και ο Μπερνάρντο Νταβαντσάτι (1588), να αναθεωρήσουν τις αντιλήψεις που επικρατούσαν τότε για το νομισματικό σύστημα και να διατυπώσουν την περίφημη ποσοτική θεωρία του χρήματος. Τη θεωρία αυτή επανέλαβαν αργότερα ο Τζον Λοκ, ο Ντέιβιντ Χιουμ και κυρίως ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, ο οποίος στηρίχτηκε σ’ αυτήν την πολεμική του εναντίον των εμποροκρατών: το ν. είναι ένα οικονομικό αγαθό όπως όλα τ’ άλλα, και η ανταλλακτική αξία του, εκφραζόμενη στο επίπεδο των τιμών, εξαρτάται από τη διαθέσιμη ποσότητα και όχι από τις έμφυτες ιδιότητές του. Η ποσοτική θεωρία διευκρινίστηκε αργότερα από τον Αμερικανό Ίρβινγκ Φίσερ, που της έδωσε τη μορφή εξίσωσης: MV = PQ, όπου Μ εκφράζει τον όγκο των νομισματικών μέσων, V την ταχύτητα κυκλοφορίας, δηλαδή το πόσες φορές το ν. χρησιμοποιείται για τις ανταλλαγές μέσα σε μια μονάδα χρόνου, Q την ποσότητα διαθέσιμων αγαθών και υπηρεσιών και Ρ το επίπεδο των τιμών. Εφόσον το V είναι ένα οργανικό φαινόμενο που δύσκολα μεταβάλλεται μέσα σε σύντομη χρονική περίοδο και το Q εξαρτάται από παράγοντες που, τουλάχιστον μέσα σε ορισμένα όρια, μπορούμε να θεωρήσουμε εξω-νομισματικούς, δημιουργείται μια σταθερή σχέση αναλογίας μεταξύ Μ και Ρ. Αυτό σημαίνει πως όταν αυξάνει στην αγορά η ποσότητα νομισματικών μέσων, οι τιμές τείνουν να αυξηθούν, αν παράλληλα δεν επεκτείνεται - με την αύξηση της παραγωγικότητας, με την τεχνολογική πρόοδο ή για άλλους λόγους - η ποσότητα των αγαθών και των υπηρεσιών που να μπορούν ν’ αγοραστούν με όλο αυτό το νόμισμα. Πολλές ιστορικές περιπτώσεις και ιδιαίτερα αυτές που σημειώθηκαν στον αιώνα μας, επαλήθευσαν την ορθότητα της ποσοτικής θεωρίας του ν. Αμέσως μετά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο οι κυβερνήσεις μερικών ευρωπαϊκών χωρών πίστεψαν πως θα μπορούσαν να εμποδίσουν την άνοδο των τιμών, αν ανασυγκροτούσαν τα εθνικά αποθέματα χρυσού: έτσι έκαναν αγορές μετάλλου στην αγορά χρησιμοποιώντας χάρτινο ν. με όλα τα εξωτερικά γνωρίσματα. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά και μόνο όταν ανατράπηκε η πολιτική αυτή και χρησιμοποιήθηκε ο χρυσός για την αγορά και την καταστροφή μέρους από τα χαρτονομίσματα που κυκλοφορούσαν, μπόρεσε ν’ αποκατασταθεί κάποια ικανοποιητική σταθερότητα τιμών. Μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο δεν επαναλήφθηκε παρόμοιο λάθος, και πολλές κυβερνήσεις δέχτηκαν με επιτυχία ειδικά μέτρα, που απέβλεπαν στον περιορισμό των αγωγών από τους οποίους τα νομισματικά μέσα συρρέουν στο οικονομικό σύστημα. Τα πολιτικά γεγονότα της εποχής μας συνέτριψαν το διώνυμο χαρτονόμισμα - μέταλλο. Το κράτος, για δικές του ανάγκες, κατέφευγε όλο και περισσότερο στις εκδόσεις της κεντρικής τράπεζας κι έτσι βρέθηκε στην ανάγκη να την απαλλάξει από την υποχρέωση ν’ ανταλλάσσει τα χαρτονομίσματα με χρυσό. Αυτό έγινε με την εισαγωγή της αναγκαστικής κυκλοφορίας και την αναγνώριση στο χαρτονόμισμα απεριόριστης συναλλακτικής δύναμης: η τράπεζα μπορούσε δηλαδή να αρνηθεί την ανταλλαγή του χαρτονομίσματος, αλλά ο πολίτης διάπραττε αδίκημα αν αρνιόταν να δεχτεί μια πληρωμή που γινόταν με χαρτονομίσματα. Με την εισαγωγή της αναγκαστικής κυκλοφορίας γκρεμίστηκε το παγκόσμιο σύστημα πληρωμών που στηριζόταν στο χρυσό και η κυκλοφορία των διάφορων νομισμάτων περιορίστηκε στο εσωτερικό των εθνικών οικονομιών. Και δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, γιατί κάθε κυβέρνηση έχει τη δύναμη να επιβάλλει στο εσωτερικό του κράτους οποιοδήποτε νομισματικό σύμβολο, αλλά είναι φανερό πως δεν μπορεί να πετύχει, το ίδιο αποτέλεσμα εκεί που δεν είναι σε θέση ν’ ασκήσει την εξουσία της. Στις διεθνείς σχέσεις όμως, όταν δε θέλουμε να καταργήσουμε τελείως το ν. και να ξαναγυρίσουμε στις νέες μορφές αντιπραγματισμού με τη μορφή των συμψηφισμών και των διμερών κλίρινγκ, εξακολούθησε να λειτουργεί ένα σύστημα που στηριζόταν στην ανταλλαγή χρυσού έναντι εμπορευμάτων ή υπηρεσιών ή ένα νόθο σύστημα (gold exchange standard), όπου τα εθνικά νομίσματα συγκρίνονται με ισχυρά νομίσματα στηριγμένα στο χρυσό. Ένα σύστημα αυτού του τύπου, αν και πιο περίπλοκο, εφαρμόστηκε μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο με τη δημιουργία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στη βάση των συμφωνιών του Bretton Woods: κάθε χώρα-μέλος υποχρεωνόταν να δηλώσει στο ΔΝΤ την ισοτιμία του νομίσματος της σε σχέση με το δολάριο των ΗΠΑ, που συνδεόταν με το χρυσό σε σταθερή σχέση: μια ουγκιά καθαρού χρυσού προς 35 δολάρια. Έτσι η Ελλάδα, δηλώνοντας ισοτιμία 30 δραχμών στο δολάριο, καθόρισε τη σχέση του νομίσματος της σε 0,0296224 γραμμάρια καθαρού χρυσού. Η σχέση αυτή μπορούσε να αλλάξει μόνο με προειδοποίηση και συμφωνία των μελών του συστήματος. Επιτρεπόταν διακύμανση των ισοτιμιών μέχρι 1%. Το μεταπολεμικό νομισματικό σύστημα αντιμετώπισε σοβαρή κρίση κατά τη διάρκεια του 1971, εξαιτίας του μεγάλου ελλείμματος που παρουσίασε το ισοζύγιο πληρωμών των ΗΠΑ. Πρώτη η Δυτική Γερμανία, τον Μάιο, εγκατέλειψε προσωρινά τη σταθερή ισοτιμία του νομίσματος της και εφάρμοσε σύστημα κυμαινόμενων τιμών συναλλάγματος. Το παράδειγμα της μιμήθηκαν αρκετές άλλες χώρες, κυρίως μετά τις 15 Αυγούστου, όταν οι ΗΠΑ επέβαλαν προσωρινά πρόσθετο δασμό στις εισαγωγές τους και έπαψαν να ανταλλάσσουν δολάρια με χρυσό. Οι μεταβολές αυτές ισοδυναμούσαν με υποτίμηση του δολαρίου, η οποία επισημοποιήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1971, όταν οι ΗΠΑ αύξησαν την τιμή του χρυσού από 35 δολάρια την ουγκιά, που ίσχυε από το 1934, σε 38 δολάρια την ουγκιά. Άλλες χώρες, όπως η Ιαπωνία, η Δυτική Γερμανία η Ελβετία, η Ολλανδία κ.ά. ανατίμησαν τα νομίσματα τους μετά στις 19 Δεκεμβρίου 1971, όχι μόνο σε σχέση με το δολάριο, αλλά σε σχέση και με τον χρυσό· άλλες πάλι, όπως η Αγγλία, η Γαλλία κ.ά. τα ανατίμησαν μόνο σε σχέση με το δολάριο άλλες τέλος διατήρησαν την ισοτιμία του νομίσματος τους σε σχέση με το δολάριο· στην τελευταία αυτή κατηγορία ανήκει και η Ελλάδα, η οποία διατήρησε ισοτιμία 30 δραχμών το δολάριο, καθόρισε όμως νέα σχέση του νομίσματος της σε 0,027285 γραμμάρια καθαρού χρυσού. Με την ενεργειακή κρίση του 1973 το σύστημα αυτό κατέρρευσε πλήρως και επικράτησαν οι ελεύθερα κυμαινόμενες ισοτιμίες, τουλάχιστον μεταξύ των σημαντικότερων νομισμάτων. Πάντως οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τότε ΕΟΚ) προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των κυμαινόμενων ισοτιμιών φτιάχνοντας μηχανισμούς συναλλαγματικών ισοτιμιών με μικρή διακύμανση, που κατέληξαν στη δημιουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος, του ευρώ. Κέρματα διαφόρων εποχών και χωρών (φωτ. Όθωνα Τσουνάκου). Ελληνικό νόμισμα της περιόδου του Όθωνα. Το νομισματικό σύστημα αντιμετώπισε σοβαρή κρίση κατά τη διάρκεια του 1971, εξαιτίας του μεγάλου ελλείμματος που παρουσίασε το ισοζύγιο πληρωμών των ΗΠΑ της Αμερικής. Ελληνικό νόμισμα με τη μορφή του βασιλιά Γεωργίου Α’ (1875). Νόμισμα της Ελληνικής Πολιτείας (1821). Το νομισματικό σύστημα ισχύει από τις αρχές του 20ού αι. και στηρίζεται στην αναγκαστική κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων των κεντρικών τραπεζών. Ένα από τα πρώτα τρύπια νομίσματα που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα από την εποχή του Όθωνα (φωτ. 100+1 χρόνια Ελλάδα). Ευρωπαϊκά νομίσματα του 19ου και 20ού αι. Νομίσματα του 18ου αι.: 1 - Γαλλία: μισό χρυσό λουδοβίκι με προτομή του Λουδοβίκου ΙΔ’ (1711)? 2 -Μεγάλη Βρετανία: δύο χρυσές γκινέες με προτομή του Γεώργιου Β’ (1738) και 3 - ασημένιο σελίνι του ίδιου? 4 - Αυστρία: ασημένιο τάλιρο της Μαρίας Θηρεσίας (1740-80)? 5 - Ισπανία: χρυσό νόμισμα 8 σκούδων με προτομή του Κάρολου Γ’ (1788)? 6 - Γαλλία: χρυσό νόμισμα 24 λιρών (1793)? 7 - Βέρνη: χρυσή διπλή (1794). Μεσαιωνικά νομίσματα: 1 - Χάλκινο νόμισμα του Θευδάτου, βασιλιά των Γότθων (534-536)? 2 - ασημένιο δηνάριο του Καρλομάγνου (8ος-9ος αι.)? 3 - βυζαντινό νόμισμα που κόπηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β’ (975-1025)? 4 - χρυσό αραβικό ντινάρ? 5 - χρυσό νόμισμα με αραβική επιγραφή, που κόπηκε από τους Νορμανδούς στη νότια Ιταλία (10ος αι.)? 6 - χρυσό αυγουσταίο του Φρειδερίκου Β’ της Σουηβίας (13ος αι.)? 7 - βενετσιάνικο γκρόσο ασημένιο (13ος αι.)? 8 - μεγάλο δηνάριο του Μπέργκαμο (13ος αι.)? 9 - χρυσό φιορίνι της Φλωρεντίας? 10 - χρυσό τζενοβίνο (1488-94)? 11 - βενετσιάνικο δουκάτο (1368-82)? 12 - χρυσό νόμισμα των δύο εσθελέντες του Φερδινάνδου και της Ισαβέλλας της Ισπανίας (β’ μισό 15ου αι.)? 13 - χρυσό τσεκίνο που κόπηκε στην Πίζα από τον Κάρολο Η’ (1494-95). Αρχαία ελληνικά, λυδικά και περσικά νομίσματα: 1 - ασημένιο νόμισμα του Κροίσου, βασιλιά της Λυδίας (561-546 π.Χ.)? 2 - Ποσειδωνία: ασημένιος στατήρας (530-500 π.Χ.)? 3 - Περσία: χρυσός δαρεικός (5ος αι. π.Χ.)? 4 - Αίγινα: ασημένιο δίδραχμο (5ος αι. π.Χ.)? 5 - Αθήνα: τετράδραχμο (5ος αι. π.Χ.)? 6 - Συρακούσες: δεκάδραχμο (413 π.Χ.)? 7 - Κόρινθος: ασημένιος στατήρας (5ος-4ος αι. π.Χ.)? 8 - χρυσός στατήρας του Μεγάλου Αλέξανδρου (336-323 π.Χ.)? 9 - ασημένια τετράδραχμα του Λυσίμαχου. Όλα σχεδόν τα ελληνικά νομίσματα είναι από το Νομισματικό Μουσείο της Αθήνας. Ασημένιο τετράδραχμο των Συρακουσών (περ. 450 π.Χ.). Ρωμαϊκά νομίσματα: 1 - Aes rude του Λάτιου (6ος αι. π.Χ.)? 2 - aes signatum (5ος ή 4ος αι. π.Χ.)? 3 - ασσάριο (περ. 335 π.Χ.)? 4 - ρωμαιοκαμπανικό ασημένιο δίδραχμο (280-270 π.Χ.)? 5 - ασημένιο δηνάριο (περ. 268 π.Χ.)? 6 - ασημένιο δηνάριο του Ιουλίου Καίσαρα (45-44 π.Χ.)? 7 - χάλκινος σηστέρτιος του Αύγουστου (περ. 21 π.Χ.)? 8 - χρυσό νόμισμα του Βεσπασιανού (69-79 μ.Χ.).
* * *
το (ΑΜ νόμισμα, Μ και [ὀ]νόμισμαν και νούμισμα) [νομίζω]
η βασική νομισματική μονάδα κάθε χώρας, το χρήμα που κυκλοφορεί και ισχύει σε μία επικράτεια («λέγεσθαι, Πολυκράτεα ἐπιχώριον νόμισμα κόψαντα πολλὸν μόλυβδον καταχρυσώσαντα δοῡναί σφι», Ηρόδ.)
νεοελλ.
1. κέρμα από μέταλλο το οποίο εκδίδεται από το κράτος, φέρει αναγεγραμμένη την αξία του και χρησιμοποιείται ως μέσο διεξαγωγής αγοραπωλησιών
2. χαρτονόμισμα σε αντικατάσταση κερμάτων
3. φρ. α) «τόν πλήρωσα με το ίδιο νόμισμα» — τού ανταπέδωσα τα ίσα
β) «η μία πλευρά τού νομίσματος» — η μία άποψη ενός ζητήματος
γ) «μετατρεψιμότητα νομίσματος» — η ικανότητα ενός νομίσματος να ανταλλάσσεται με χρυσό ή με νομίσματα άλλων χωρών
αρχ.
1. καθετί το καθιερωμένο από παλιά συνήθεια, έθιμο («καὶ νόμισμ' ἐς ταυτό γε νικᾱν ἰσήρης ὅστις ἂν ψήφους λάβῃ», Ευρ.)
2. πράγμα τού οποίου η χρήση καθιερώθηκε, το καθιερωμένο, ο θεσμός («οὐδὲν ἀνθρώποισιν οἷον ἄργυρος κακὸν νόμισμ' ἔβλαστε», Σοφ.)
3. το πλήρες νόμιμο μέτρο («τῶν κοτυλῶν τὸ νόμισμα διαλυμαίνεται», Αριστοφ.)
4. ο νόμος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • νόμισμα — anything sanctioned by current neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νόμισμα — το, ατος 1. το χρήμα σε κέρματα ή σε χαρτί που κυκλοφορεί σ ένα κράτος, ως ανταλλακτικό μέσο: Η κυκλοφορία του νομίσματος είναι περιορισμένη στην αγορά. 2. Τα διάφορα νομίσματα ή η νομισματική μονάδα μιας χώρας: Υποτιμήθηκε το νόμισμα της Αγγλίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νόμισμ' — νόμισμα , νόμισμα anything sanctioned by current neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δεκάδραχμο — Νόμισμα, ασημένιο ή χρυσό, που κυκλοφόρησε από τον 5o έως τον 3o αι. π.Χ. στην Ελλάδα, στη Σικελία και στην Καρχηδόνα και ισοδυναμούσε με 10 δραχμές. Η ασημένια έκδοση θεωρείται η τελειότερη κατασκευή του. Περίφημα είναι τα δ. που υπογράφηκαν από …   Dictionary of Greek

  • νομισμάτων — νόμισμα anything sanctioned by current neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νομίσμασι — νόμισμα anything sanctioned by current neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νομίσμασιν — νόμισμα anything sanctioned by current neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νομίσματα — νόμισμα anything sanctioned by current neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νομίσματι — νόμισμα anything sanctioned by current neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νομίσματος — νόμισμα anything sanctioned by current neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”